Το Μαρμαρένιο Νησί
Ιωάννης Παπαχρήστου
Εκδόσεις Μπαλτά / Σειρά «εξ Ανατολών», 2019, σελ. 224
Ας χαμηλώναν τα βουνά, να ’βλεπα ντο Λεβάντη, να ’βλεπα και ντο Μαρμαρά, που λάμπει σα διαμάντι. Λάμπει πάντοτε σα διαμάντι το νησί με τα λευκά μάρμαρά του, εκεί, καταμεσής στην Προποντίδα, την αλλοτινή «Θάλασσα των Ρωμιών». Άξιος κι ευαίσθητος οδηγός ο Γιάννης Παπαχρήστου μάς ξεναγεί στο νησί του Μαρμαρά, στην αρχαία Προκόννησο δηλαδή. Σου μιλούν τα έξι χωριά του, χώνεσαι στην ψυχή τους, αγροικάς την ανάσα τους, μπαίνεις στις έγνοιες και στις λαχτάρες των ανθρώπων τους, ανασαίνεις τον αγέρα του τόπου με τα μπερεκέτια και τα δεινά του. Αισθάνεσαι την παρουσία των ανθρώπων, οσμίζεσαι γνώριμες ευωδιές κι αρώματα ψυχής. Μια αντήχηση μνήμης, περιουσία κι ευφροσύνη πνευματική. Ο συγγραφέας, ξεκινώντας από τον ασίγαστο πόθο του να μάθει από πού κρατά η σκούφια του, ξετυλίγει βήμα βήμα, πόρτα πόρτα, γιαλό γιαλό το ιστορικό νήμα αυτού του τόσο κοντινού, μα σήμερα τόσο μακρινού κι άγνωστου νησιού στους πολλούς. Με την ευαισθησία, την παρατηρητικότητα και τον οίστρο περιηγητή άλλης εποχής, με αντικειμενικότητα και διεισδυτική ματιά, αναζητά την τρισχιλιόχρονη ελληνική ζωή μέσα από τα λιγοστά απομεινάρια της. Οδοιπορεί σε ολόκληρη την Προκόννησο και με λόγο θελκτικό κι ωραίο μας περιγράφει τον τόπο και τους σημερινούς κατοίκους του, επιστρέφοντας πάντα στο παρελθόν και στην καθοριστική παρουσία των οριστικά απόντων Ελλήνων κι Εβραίων κατοίκων του Μαρμαρά. Με υπευθυνότητα και σεβασμό καταθέτει όσα είδε κι έμαθε, ό,τι άκουσε, όσα βρήκε ερευνώντας στο ίδιο το νησί και στα βιβλία. Σεργιανάμε σε τόπους βαθιά ελληνικούς, γνωρίζουμε μέρη ονειρικά, άλλοτε τρανά και σπουδαία, μα τώρα ξεχασμένα, που συγκινούν ακόμη, γιατί φέρουν ανεξίτηλα τα σημάδια της ιστορίας και της ελληνικότητας άλλης μιας χαμένης πατρίδας. Ο ελκυστικός κόσμος της Προκοννήσου, λαμπερός και πολύχρωμος, δημιουργικός, ποικιλμένος πολύτροπα, ίσως να χάθηκε σήμερα από τη συλλογική μνήμη των Ελλήνων, όμως «Το μαρμαρένιο νησί» συμβάλλει καθοριστικά στο ξαναζωντάνεμά της. Προάστειο και Γαλλιμή, Αφθόνη και Παλάτια, όταν σας ενθυμούμαστε, κλαίνε τα δυο μας μάτια.
Θ. Κοντάρας